Πριν από λίγη ώρα ανέρτησα με τα παιδιά στο σπίτι μου τη γαλανόλευκη, στα πλαίσια του εορτασμού της εθνικής επετείου. Είναι κάτι που το κάνω πάντα, σε κάθε εθνική εορτή, στη δύναμη της συνήθειας, της παράδοσης, αλλά και της αναζήτησης -και προσωπικής αλλά και με την ευθύνη του γονιού προς τα παιδιά μου- του συμβολισμού ενός σύγχρονου αλλά ουσιαστικού πλαισίου αξιών και αρχών που θα πρέπει να μας διέπουν. Αρχές για την πατρίδα, την ελευθερία, τη δημοκρατία, την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, τα δικαιώματα, το σεβασμό στη διαφορετική άποψη, την ευγένεια.
Αμέσως μετά ξεκίνησα να παρακολουθώ μια παραθυρική συζήτηση μεταξύ των Μαργαρίτη (Συριζα) και Βορίδη (ΛΑΟΣ), για την αναγκαιότητα των παρελάσεων σήμερα.
Δεν άντεξα ούτε το θέαμα ούτε τα όσα ακούγονταν. Αηδιασμένος, έκλεισα την τηλεόραση κι αποφάσισα να εκτονωθώ, κοινοποιώντας τις σκέψεις μου εδώ.
Αυτό που δεν άντεξα, ήταν ότι, σε σχέση με τις παρελάσεις και την επέτειο, θα έπρεπε να διαλέξω μεταξύ δυο σχιζοφρενικών τοποθετήσεων:
α. Βορίδης - Καρατζαφέρης (ΛΑΟΣ): Καλύτερα να βλέπουμε τα παιδιά να κάνουν παρέλαση με τη σημαία, παρά να πετάνε μολότοφ και να κλέβουν τράπεζες.
β. Μαργαρίτης - Κουράκης (Σύριζα): Αυτό που θα μας έκανε να αισθανθούμε σύγχρονο πατριωτισμό δεν είναι οι επέτειοι και οι παρελάσεις αλλά το αν θα είχαμε καλύτερα ποσοστό ευρυζωνικού ίντερνετ στους μαθητές.
Στη μέση μια δημοσιογράφος να ρίχνει κι άλλο λάδι στη φωτιά της παρανοϊκής αντιπαράθεσης, ενώ κάτω από τους παραθυρικούς συνομιλητές, εικόνες μαθητών που παρελαύνουν, με την επικεφαλίδα: Παρέλαση ή συναυλία; Ο σουρεαλισμός στην ανώτατη μορφή.
Είναι αλήθεια ότι η μεταπολεμική ιστορία της χώρας μας έχει δημιουργήσει μια σειρά συμπλεγματικού τύπου ομαδοποιήσεων. Τα δίπολα "Εθνικόφρωνες - Μιάσματα" από τη μια και "δημοκράτες - φασίστες" από την άλλη, οδήγησαν για πολλά χρόνια στη δημιουργία λανθασμένων αντιλήψεων για την έννοια των λέξεων. Ο πατριωτισμός έγινε ισοδύναμο του φασισμού και του εθνικισμού, η πάλη για τη δημοκρατία συνώνυμο της προδοσίας και της αντεθνικής συμπεριφοράς. Η μεταπολεμική Ελλάδα, μπορεί να μελετηθεί ως ένα εντυπωσιακό παράδειγμα καθολικού μανιχαϊσμού: σε αυτήν υπήρξαν είτε εθνικόφρωνες -φασίστες είτε μιάσματα - δημοκράτες. Τίποτε άλλο.
Αυτή η "ή μεθ' ημών ή καθ' ημών" αντίληψη που καλλιεργήθηκε κι από τις δυο πλευρές αυτού το δίπολου, οδήγησε σε μια σειρά στρεβλώσεων στην αντίληψη της κοινωνίας, ακόμα κι όταν εξέλειπαν οι γενεσιουργές αιτίες του διαχωρισμού, μετά την αποκατάσταση και την ολοκλήρωση του δημοκρατικού πολιτεύματος: Ο αστυνομικός μέχρι πρόσφατα δεν θεωρείτο (και φυσικά στο παρελθόν δεν υπήρξε) ένας παράγοντας προστασίας της ζωής και της περιουσίας των πολιτών αλλά ένας ποταπός ρουφιάνος που εξυπηρετούσε το σύστημα διατήρησης της εξουσίας. Η μη ανάρτηση του εθνικού συμβόλου στην εθνική επέτειο σήμαινε δημοκρατική έως αντιστασιακή συμπεριφορά.
Ο πατριωτισμός λοιπόν και κυρίως οι διάφορες μορφές έκφρασης των πατριωτικών συναισθημάτων, πέρασε από την φάση της υποχρεωτικής διαδικασίας ως εκδήλωση "νομιμότητας" και υποτέλειας σε ένα ολοκληρωτικό σύστημα, στη φάση της απαξίωσης, της χλεύης ή, ακόμα χειρότερα, της σύγχυσης με τον εθνικισμό.
Κι ήρθαν στιγμές όπως η κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Κυπέλλου Ποδοσφαίρου το 2004 από την Εθνική μας Ομάδα, που έκαναν "μόδα" την εκδήλωση αγάπης προς την Ελλάδα, αγαπημένο αξεσουάρ τη σημαία, πολυφορεμένα χρώματα το μπλε και το άσπρο.
Κι όμως κάθε χρόνο, κάθε εθνική επέτειο, οι ρυθμιστές του τηλεοπτικού μας πολιτεύματος, οι δημοσιογράφοι των παραθύρων, θυμούνται να ξανακινήσουν το θέμα των παρελάσεων. Και οι λόγοι είναι πολλοί: αν ο Αλβανός αριστούχος έχει δικαίωμα να φέρει τη σημαία, αν οι 16χρονες μαθήτριες Λυκείου με τα μίνι και τα δικτυωτά καλτσόν συνάδουν με την επέτειο, αν οι παρελάσεις πρέπει να γίνονται, αν κοινωνικές ομάδες που αντιδρούν σε επί μέρους πολιτικές έχουν το δικαίωμα παρουσίας στους εορτασμούς και άλλα πολλά.
Έχω αναφέρει και σε άλλες μου αναρτήσεις ή σχολιασμούς στην blogoσφαιρα ότι είμαι παθιασμένος υποστηρικτής της Ευρωπαϊκής ιδέας, είμαι ένας αθεράπευτος φεντεραλιστής. Έχω επίσης υποστηρίξει την αντίθεσή μου με την καταδίκη και απόσυρση ενός βιβλίου ιστορίας γιατί κατέγραφε την ιστορική αλήθεια και πραγματικότητα. Ως Γενικός Γραμματέας Νέας Γενιάς, είχα υποστηρίξει σθεναρά το δικαίωμά του Αλβανικής καταγωγής σημαιοφόρου να φέρει την Ελληνική Σημαία στην παρέλαση, εφ' όσον ο ίδιος το απεδέχετο.
Εκφράζω σήμερα την άποψη πως θα πρέπει να λυθεί το ζήτημα της ονομασίας της ΠΓΔΜ με ένα όνομα που θα ενώνει και δεν θα χωρίζει τις δυο πλευρές και που προφανώς θα περιέχει τον όρο Μακεδονία.
Από την άλλη όμως με πληγώνει και με μειώνει αυτή η εικόνα της πατρίδας μου. Η απουσία συνεκτικών συμβόλων. Η αδυναμία μας, ως σύγχρονοι Έλληνες, να δώσουμε σεβασμό, τιμή, ευγνωμοσύνη αλλά και τη σύγχρονη υπόσχεση διαθεσιμότητας για επανάληψη, στη θυσία των προγόνων μας απέναντι στον κατακτητή.
Με ενοχλεί και με απογοητεύει που οι ηγέτες μας, πολιτικοί και πνευματικοί, είτε θα εκφράζουν με πάθος τις ακραίες θέσεις τους, είτε θα αρκούνται σε μια χλιαρή τοποθέτηση για το ¨σύγχρονο νόημα της επετείου", για την οποία, αν κατά λάθος τα κανάλια μας έπαιζαν την περυσινή, ούτε που θα καταλαβαίναμε, ούτε εμείς ούτε οι ίδιοι οι πολιτικοί τη διαφορά.
Σε αυτόν τη χώρα δεν υπάρχει μια γωνιά που να μην έχει αποτελέσει θέατρο μάχης, θυσίας, η αυταπάρνησης. Δεν μιλάω με την εθνικιστική πλευρά, αλλά με την πανανθρώπινη. Γιατί πανανθρώπινη διάσταση και συμβολισμό έχει η θυσία του Λεωνίδα, του Διάκου, του Μελά, της Καραγιάννη, του Πέτρουλα. Τέτοιες μέρες, αντί του τηλεοπτικού σουρεαλισμού και της απαξίας, θα αρκούσαν δυο κουβέντες στα παιδιά μας για την ιστορία αυτών των ανθρώπων και το νόημα της θυσίας τους.
Ο μεγάλος μου γιος αύριο, 28 Οκτωβρίου, θα κάνει παρέλαση με το Σχολείο του. Θα πάω να τον παρακολουθήσω. Και θα είμαι περήφανος.